
Υπάρχουν μέρη στη Γη που λειτουργούν ως εστιακά σημεία πνευματικής δύναμης, μέρη που κάποιοι άνθρωποι ζουν και εργάζονται για έναν ιερό σκοπό. Μέρη που παίζουν το ρόλο των οδοδεικτών για την ανθρωπότητα προς την Αλήθεια. Τέτοια μέρη παραδοσιακά ήταν και συνεχίζουν να είναι οι μοναστικές κοινότητες, με κορυφαία και μεγαλύτερη στον κόσμο, το Άγιο Όρος.
Όλα τα μοναστήρια στη Γη λειτουργούν στο πλαίσιο της θρησκείας που ανήκουν και διακρίνονται σε ανδρικά και γυναικεία. Όλα, με εξαίρεση ένα, που διεκδικεί μια απίστευτη για τα παγκόσμια μοναστηριακά χρονικά πρωτοτυπία: στους κόλπους του μονάζουν μαζί άνδρες και γυναίκες, από όλα σχεδόν τα δόγματα του Χριστιανισμού!
Πρόκειται για τη μοναστική κοινότητα του Bose, στην Ιταλία, εξήντα περίπου χιλιόμετρα νοτιοανατολικά του Τορίνο, στους πρόποδες των Άλπεων. Το «παράδοξο» αυτό, για τα παραδοσιακά μέτρα και σταθμά, και μοναδικό στον κόσμο μοναστήρι επισκέφτηκε ο Αμερικανός συγγραφέας Roger Lipsey, συνομίλησε με τον ηγούμενο και κάποιους μοναχούς και μας μεταφέρει την πολύ ενδιαφέρουσα και πολύτιμη για όλους μας, εμπειρία του.
Από τη στιγμή που ιδρύθηκε, πενήντα χρόνια πριν, η κοινότητα του Bose ήταν προορισμένη να λειτουργήσει ως οδοδείκτης. Στον ιδρυτικό κανόνα του μοναστηριού το λέει ρητά: «Φροντίστε… να κάνετε την κοινότητα σημείο αναφοράς. Προσέξτε να διατηρήσετε την αυθεντικότητά της και μην αφήσετε να γίνει ένα βαρετό, άχρωμο ίδρυμα». Τι το ιδιαίτερο όμως έχει αυτό το μέρος;
Το Bose είναι ένα νέο είδος μοναστηριού, καταφανώς οικουμενικό: Καθολικοί, Προτεστάντες και Ορθόδοξοι από διαφορετικές περιοχές και εκκλησίες μονάζουν μαζί. Εδώ βιώνεται η πραγματικότητα της μιας «αδιαίρετης Εκκλησίας», έχοντας στην πράξη καταργηθεί σχίσματα και συγκρούσεις χιλίων χρόνων. Και είναι απρόσμενα ανακουφιστικό να νιώθεις ότι εκεί τουλάχιστον, σε αυτό το οροπέδιο που βλέπει στις Άλπεις, η Εκκλησία είναι μια.
Η κοινότητα αποτελείται από εβδομήντα μέλη, αδελφούς και αδελφές. Ασφαλώς μια καινοτομία, που προήλθε από την απόφαση του ιδρυτή και ηγούμενου της μονής, Enzo Bianchi, να υπακούσει στα σημεία που του παρουσιάστηκαν, σε αυτό που του φανερώθηκε.
Η αρχή έγινε μετά το τέλος των εργασιών του Δεύτερου Συμβουλίου του Βατικανού (1962-1965) –που είχε συγκροτηθεί με στόχο την ανανέωση της Καθολικής Εκκλησίας– όταν άνδρες και γυναίκες θέλησαν να δημιουργήσουν, μαζί με τον Αδελφό Enzo, ένα νέο είδος μοναστηριού, κι εκείνος επέλεξε να απαντήσει θετικά στο κάλεσμα:
«Είχα δυο λύσεις: να αρνηθώ μια μικτή μοναστική ζωή στο όνομα της παράδοσης, ή να πω ναι και να τολμήσω να μπω σε μια νέα περιπέτεια, αποδεικνύοντας πως άντρες και γυναίκες μπορούν να βιώσουν την ίδια πνευματική και μοναστική εμπειρία, μαζί. Όταν είσαι 25 χρονών, έχεις θράσος!».
ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΑΡΧΕΣ
Η κοινότητα του Bose βασίζεται σε τρεις θεμελιώδεις αρχές: στη ριζική δέσμευση στη ζωή του Ευαγγελίου, στην κοινή ζωή και στην αγαμία. Υπάρχει επίσης μια τέταρτη αρχή: εγγύτητα με τον εξωτερικό κόσμο που περιβάλλει το μοναστήρι, δίχως να χάνεται η μοναστική ταυτότητα.
Αυτό είναι ένα βασικό στοιχείο της ζωής στο Bose, καθώς είναι στόχος «η μοναστική ζωή να είναι σε διάλογο με το σύγχρονο κόσμο». Γι’ αυτό οι μοναχοί και οι μοναχές φοράν το λευκό τους ράσο μόνο στη θεία λειτουργία – τις υπόλοιπες ώρες ντύνονται όπως όλοι οι άνθρωποι.
Η κοινότητα είναι αυτοσυντηρούμενη, τηρώντας απαρέγκλιτα το μοναστικό Κανόνα του Αγίου Βενέδικτου (16ος αι.) και κυρίως την οδηγία ora et labora – προσευχή και εργασία. Όσοι θέλουν να επισκεφθούν το μοναστήρι ή ακόμα και να αποσυρθούν για λίγο εκεί, είναι ευπρόσδεκτοι, με εξαίρεση τους δυο πιο κρύους μήνες του χειμώνα.
Οι μοναχοί ασχολούνται με ένα ευρύ φάσμα χειροτεχνιών, όπως αγγειοπλαστική, μεταλλουργία, υφαντική, παρασκευή αφεψημάτων, μαρμελάδων και μελιού από τους κήπους του μοναστηριού, ενώ παράλληλα διατηρούν έναν εξαιρετικό εκδοτικό οίκο. Επίσης εντρυφούν με μεγάλη φροντίδα στη μουσική της θείας λειτουργίας. Με λίγα λόγια, πρόκειται για μια ολοζώντανη κοινότητα, και ταυτόχρονα μοναστική χωρίς κανένα συμβιβασμό.
Μια από τις βασικές πρακτικές της μοναστικής τους ζωής είναι το lectio divina, η εν είδει διαλογισμού ανάγνωση της Θείας Γραφής (βλ. το άρθρο «Lectio Divina: Η Χαμένη Τέχνη της Ιερής Ανάγνωσης», ΑΒΑΤΟΝ 139). Κάθε Σάββατο βράδυ, ένα μέλος της κοινότητας προσφέρει μια δημόσια ανάγνωση στους πολλούς επισκέπτες του μοναστηριού.
Σύμφωνα με τον Rowan Williams, πρώην Αρχιεπίσκοπο της Αγγλικανικής Εκκλησίας, το Bose είναι ένα σημάδι για το μέλλον του μοναχισμού, καθώς αποτελεί «ένα μοναδικό μοντέλο για την αναδιαμόρφωση του κλασικού μοναχισμού, που ελκύει πολλούς ανθρώπους σήμερα…», ενώ κατά τον ίδιο, «ο Enzo Bianchi είναι μια από τις πιο σημαντικές χριστιανικές φωνές στην Ευρώπη».
Επισκέφτηκα το Bose τον Μάιο του 2015 και είχα την ευκαιρία να συνομιλήσω με τον ηγούμενο Bianchi και με μοναχούς και μοναχές. Στη συνέχεια παραθέτω τα όσα μου είπαν, αποκαλύπτοντας σημαντικές πτυχές της ζωής τους στο τόσο ξεχωριστό αυτό μοναστήρι.

ΗΓΟΥΜΕΝΟΣ ENZO BIANCHI
«Σε μια συγκεκριμένη στιγμή, διαισθάνθηκα πως αντί να αφιερώσω τη ζωή μου στην πολιτική, προς την οποία έκλινα, θα έπρεπε να ζήσω μια χριστιανική ζωή – απλά αυτό. Εν καιρώ, σκέφτηκα τη μοναστική ζωή. Υπήρχαν τρεις άλλοι μαζί μου, ένας νεαρός άνδρας και δυο γυναίκες. Είχαμε λειτουργία το πρωί, το μεσημέρι και το βράδυ. Έτσι ξεκίνησε η κοινότητα. Έδειξα υπακοή σε αυτό που συνέβαινε, δεν είχα κανένα μεγάλο σχέδιο. Είπα στον Κύριο: ένα απλό μοναστήρι των καιρών μας, αυτό μόνο ζητάω. Εφτά ή οχτώ αδελφοί θα ήταν αρκετοί. Δεν είχα αίσθηση του τι με περίμενε.
»Αρχικά, είχαμε πολλές δυσκολίες. Ο τοπικός επίσκοπος ήταν εναντίον μας: δεν μπορούσαμε να κοινωνήσουμε, δεν μπορούσαμε να δεχτούμε Προτεστάντες και δεν ήθελε καν να μου μιλήσει. Ευτυχώς, ο Καρδινάλιος Pellegrino του Τορίνο ανέλαβε την ευθύνη. Μας επισκέφτηκε το 1968 και μας επέτρεψε να κοινωνούμε. Τα πρώτα χρόνια πηγαίναμε για τη θεία λειτουργία στο διπλανό χωριό, τώρα έχουμε ιερείς ανάμεσα στους αδελφούς.
»Ποτέ δεν σκεφτήκαμε να τραβήξουμε την προσοχή που συμβαίνει τώρα. Μας έδειξαν εμπιστοσύνη που δεν αξίζαμε. Ο Καρδινάλιος Pellegrino μου έδειξε μεγάλη εμπιστοσύνη, όπως και ο Πατριάρχης Αθηναγόρας που πήρε ορισμένους από εμάς μαζί του στο Άγιο Όρος. Σε όλη μου τη ζωή μου έδειξαν υπερβολική εμπιστοσύνη – ο Κύριος έδωσε πολλά, παρά τα δικά μου λάθη. Πιστεύω πως αν έχεις εσύ εμπιστοσύνη, θα αποκτήσουν και οι άλλοι γύρω σου. Σήμερα οι άνθρωποι έχουν ελάχιστη εμπιστοσύνη, ελάχιστη ελπίδα, ελάχιστη πίστη. Και αυτό που θέλουν από εμάς τους μοναχούς, είναι ένα λόγο εμπιστοσύνης. Πιστεύω πως αυτό ζητά ο Θεός από εμάς, πάνω απ’ όλα.
»Σταδιακά δομήσαμε αυτή τη μοναστική ζωή. Κάθε τι που θελήσαμε να ζήσουμε από την παράδοση, θελήσαμε να αντλεί το κίνητρό του από το σήμερα. Θέλαμε να αιτιολογούνται όλα από το σήμερα. Και αυτό μας επέτρεψε να έχουμε, στη σημερινή, εκκοσμικευμένη κοινωνία, ένα μοναστήρι που βιώνει την παράδοση χωρίς να είναι παραδοσιακό. Η ζωή μας είναι διάφανη: οι άνθρωποι μπορούν να δουν πώς ζούμε. Δεν υπάρχει τίποτε που να εμποδίζει τους άλλους να μας δουν και να μας καταλάβουν. Πιστεύω πως η απλότητα, μαζί με τη θέληση να ζήσουμε το Ευαγγέλιο, είναι αυτό που διακρίνει την κοινότητά μας.
»Πρέπει επίσης να έχει κανείς το κουράγιο να πάρει στα σοβαρά την κοινωνία στην οποία ζούμε. Στο Bose ζούμε μια ζωή όπως όλοι οι άλλοι. Μια ζωή ευαγγελική, ναι, όμως ο καιρός των μεγάλων μοναστηριών, των τελετουργικών, έχει παρέλθει.
Σήμερα πρέπει να δούμε τι είναι αυτό που πραγματικά ταιριάζει στην εποχή μας: μια ζωή προσευχής, εργασίας, σχέσεων, επικοινωνίας και κοινωνίας στο πλαίσιο μιας κοινής ζωής, αγαμίας. Πρέπει να έχουμε το κουράγιο να ξεφορτωθούμε όλα όσα ήταν κάποτε καλά, αλλά δεν έχουν καμία βάση σήμερα. Η ουσία παραμένει η ίδια: το Ευαγγέλιο, η αγαμία, η κοινή ζωή, είναι τα θεμέλια. Όλα τα άλλα, μπορούν να αλλάξουν».

ΑΔΕΛΦΗ ELISA ZAMBONI
«Έγινα μέλος της κοινότητας πριν δώδεκα χρόνια. Όταν επισκέφτηκα το Bose πρώτη φορά, μόλις είχα πάρει το πτυχίο μου στη φιλοσοφία από το πανεπιστήμιο της Βερόνα. Αναζητούσα κάτι, άλλα δεν γνώριζα τη μοναστική ζωή και δεν ήξερα ότι αυτό που έψαχνα ήταν αυτός ο τρόπος ζωής, το Ευαγγέλιο. Και τότε συνάντησα την κοινότητα, και έτσι η ιστορία μου, η ζωή μου, η αναζήτησή μου συνάντησαν μια άλλη ιστορία, μια άλλη ζωή, και έσμιξα με αυτή την ιστορία.
»Ως μέλος της κοινότητας, δεν περιορίζομαι από το φύλο μου. Αδελφοί και αδελφές ζούμε την ίδια ζωή, έχουμε τα ίδια καθήκοντα. Δουλεύουμε, κηρύττουμε, βοηθούμε όσους θέλουν να αποσυρθούν, κάνουμε ομιλίες σε νεόφυτους και επισκέπτες.
»Είναι σημαντικό να βρω το δρόμο μου στο Ευαγγέλιο ως γυναίκα, όχι σαν αδελφός. Ως γυναίκα μοναχή, έχω το δικό μου τρόπο αντίδρασης, το δικό μου τρόπο να μιλάω, να κηρύττω, να διαβάζω, να δουλεύω. Και εδώ είναι ο πλούτος μας: σε αυτή την κοινότητα υπάρχουν δυο πρόσωπα, το αντρικό και το γυναικείο, και προσπαθούν να είναι σε διάλογο, το ένα απέναντι από το άλλο, όχι το ένα πίσω από το άλλο. Είμαστε διαφορετικοί και δεν χρειάζεται να το κρύψουμε. Σημαντικό είναι να παραμένουμε σε διάλογο και έχοντας την ίδια ανάγκη να ζούμε μαζί το Ευαγγέλιο.
»Είμαστε άνδρες και γυναίκες, είμαστε σώματα, δεν είμαστε άγγελοι, και ναι, υπάρχει ο κίνδυνος κάποιος να ερωτευτεί. Δεν φανταζόμαστε ότι ζούμε σε ένα μέρος όπου τα συναισθήματα και οι αγάπες απουσιάζουν. Το σημαντικό είναι ότι στην αρχή της μοναστικής του ζωής, κάθε μέλος αναλογίζεται βαθιά την αγαμία: θα μπορέσω να βιώσω την αγάπη βαθύτερα στην αγαμία ή στο γάμο; Το να κάνεις αυτή την ερώτηση χωρίς φόβο και να την απαντήσεις ειλικρινά, είναι σημαντικό.
»Αν κάνεις αυτή τη διάκριση, τότε σταδιακά μπορείς να ανακαλύψεις πώς να ζεις την αγαμία σου ελεύθερα. Που σημαίνει χωρίς να φοβάσαι όντας πολύ κοντά σε έναν αδελφό, επειδή γνωρίζεις ότι η ζωή σου είναι πλήρης, καθώς νιώθεις ότι μπορείς να ζήσεις την αγάπη καλύτερα σε μια κοινή, άγαμη ζωή, παρά ως μέρος ενός ζευγαριού.
»Η πιο ξεχωριστή στιγμή ωστόσο είναι η προσευχή. Μπορεί να έρχεσαι τρέχοντας από τη δουλειά, αλλά όταν μπαίνεις στην εκκλησία και γονατίζεις σιωπηλά με τις άλλες αδελφές πριν αρχίσει η λειτουργία, τότε μέχρι και το σώμα μου βιώνει την επιθυμία να είναι εκεί με όλο μου τον εαυτό – νους, καρδιά, σώμα και ψυχή ενώπιον του Θεού. Αυτός είναι ο δικός μας δρόμος. Να ζούμε αυτό που ζούμε, με ολόκληρο τον εαυτό μας».

ΑΔΕΛΦΟΣ GUIDO DOTTI
«Πριν πενήντα χρόνια, όταν ιδρύθηκε αυτή η κοινότητα, προσέλκυσε πολλούς νέους ανθρώπους – ένας από αυτούς ήμουν κι εγώ. Στην αρχή, λίγο-πολύ ήταν η αναζήτηση για κάτι καινούριο. Σταδιακά αντιληφθήκαμε ότι μορφοποιούσαμε κάτι: μια μοναστική ζωή σε διάλογο με το σύγχρονο κόσμο. Βέβαια, ο διάλογός μας με τον κόσμο έχει τους κινδύνους του: όντας σε επαφή και όχι χώρια, νιώθουμε τι αλλάζει γύρω μας.
»Κάποια πράγματα είναι πολύ παραδοσιακά εδώ και κάποια πολύ ριζοσπαστικά καινούρια. Για παράδειγμα, είναι παραδοσιακό ότι υπάρχει μια κεντρική μορφή (σ.σ. ηγούμενος) προς την οποία όλοι προσβλέπουν. Από την άλλη, δεν υπάρχουν εδώ αποκλειστικά Καθολικοί, και αυτό είναι ριζοσπαστικό.
»Είμαι πεπεισμένος πως η ζωντανή παράδοση εξελίσσεται. Όταν επισκεπτόμαστε μοναστήρια που είναι κατά τα άλλα παραδοσιακά, μπορεί αρχικά να προκαλέσουμε έκπληξη: αδελφοί και αδελφές μαζί; Ράσα μόνο στη θεία λειτουργία;
»Όταν όμως μιλάμε για τη ζωή μας, τη ζωή μας της προσευχής, όταν τους δείχνουμε φωτογραφίες πού και πώς ζούμε, όλοι αναφωνούν, μα αυτή είναι και η δική μας ζωή! Ο μοναχισμός δεν μπορεί να οριστεί μόνο από τα εξωτερικά γνωρίσματα – υπάρχει ένα υπόγειο ποτάμι».

ΑΔΕΛΦΟΣ MATTHIAS WIRZ
«Ήρθα εδώ το 1999. Γεννήθηκα μεγάλωσα σε μια Προτεσταντική οικογένεια στη Λοζάνη της Ελβετίας. Μετά το πανεπιστήμιο ξεκίνησα να δουλεύω ως δημοσιογράφος σε μια τοπική εφημερίδα. Έκανα λίγο απ’ όλα, όπως όλοι εκεί, αλλά σταδιακά εξειδικεύθηκα στη μουσική και στο Βατικανό.
»Αρχικά ήρθα στο Bose ως επισκέπτης, αλλά σύντομα ανακάλυψα πως ήταν ένα μέρος στο οποίο θα μπορούσα να παραμείνω. Μιλώντας με τους αδελφούς και τις αδελφές είχα την εντύπωση πως ήταν ευτυχισμένοι, και άρχισα να νιώθω πως μέσα στην κοινή ζωή, τη ζωή της προσευχής, θα μπορούσα να φτάσω σε ένα είδος αυτο-πραγμάτωσης, και ίσως να βρω χαρά στη ζωή μου.
»Εξακολουθώ να είμαι Προτεστάντης και δεν ένιωσα ότι θα έπρεπε να αλλάξω δόγμα για να γίνω δεκτός στο μοναστήρι. Η ζωή και η φιλοξενία που συνάντησα εδώ με έκαναν να καταλάβω ότι η ανθρώπινη διάσταση της ζωής εδώ ήταν πιο πλούσια, πιο προσωπική, σε σχέση με άλλα μέρη που θα μπορούσα να συμμετάσχω.
»Κυρίως όμως είχα την εντύπωση πως εδώ οι άνθρωποι ήταν ο εαυτός τους. Δεν έδιναν την εντύπωση ότι πρέπει να προσαρμόζονται σε κάποιο μοντέλο. Αυτό με άγγιξε: εάν αυτοί είναι ο εαυτός τους και είναι ευτυχισμένοι, γιατί όχι κι εγώ; Βέβαια όλα αυτά δεν είναι παρά οι λογικές εξηγήσεις για την επιλογή μου…»

ΑΔΕΛΦΗ SYLVIE MAUBON
«Προέρχομαι από μια οικογένεια τεχνιτών. Πάντα με συνάρπαζε η χειρωνακτική εργασία – ο πατέρας μου ήταν ξυλουργός. Κατά την προσωπική μου εμπειρία, η χειρωνακτική δουλειά είναι μια μορφή αυτοπραγμάτωσης: είναι στην υπηρεσία κάποιου πράγματος που δεν είναι ο εαυτός σου. Υπακούς στο υλικό. Αντί να ενισχύει το ναρκισσισμό, η εργασία μας βοηθά να αφήνουμε τον εαυτό μας κατά μέρος και να έχουμε τη χαρά να κάνουμε κάτι με όλη μας τη δύναμη και την καρδιά. Συχνά όταν συναντώ ανθρώπους, το πρώτο πράγμα που κάνω είναι να κοιτάξω τα χέρια τους και να αναρωτηθώ τι μπορούν να κάνουν με αυτά.
»Συχνά με ρωτάνε, αν η χειρωνακτική δουλειά είναι μια μορφή προσευχής. Εξαρτάται τι εννοεί κανείς με τη λέξη προσευχή. Δεν θα έλεγα ότι είναι αγνή προσευχή. Αλλά το να είμαι ολότελα ο εαυτός μου, με όλες μου τις δυνάμεις ενεργοποιημένες προκειμένου να κάτω αυτό που κάνω – δεν ξέρω αν αυτό είναι προσευχή αλλά είμαι απόλυτα, ανθρώπινα προσηλωμένη, και υπάρχει ένα είδος πληρότητας του εαυτού. Δεν μπορεί κανείς παρά να ελπίζει πως και το Πνεύμα είναι εκεί. Κανείς δουλεύει με πάθος και αγάπη, όχι για να φανεί καλός στους άλλους αλλά για τη χαρά της δημιουργίας και για να επιστρέψει στη ζωή κάτι που έχει εισπράξει από αυτήν.
»Κάποιες φορές αναρωτιέμαι αν το γεγονός ότι ζω σε μοναστήρι για 28 χρόνια έχει αυξήσει την πίστη μου. Δεν είμαι σίγουρη. Σαν παιδί ζούσα σε επαφή με τη φύση και ήμουν συχνά μόνη σε ένα πανέμορφο τοπίο. Θυμάμαι να ζω στιγμές έντονης πίστης, νιώθοντας να με κουβαλά κάτι πέρα από τον εαυτό μου, κάτι που με κάποιο τρόπο συναντούσε τη μοναξιά μου χωρίς να τη διασκορπίζει. Δεν νομίζω πως έχω περισσότερη πίστη τώρα από τότε. Όταν στρέφομαι μέσα μου, προς την εσωτερική σιωπή, μπορώ κάποιες φορές –όχι πάντα, δεν είναι κάτι αυτοματικό– να νιώσω αυτή την παρουσία που με κατοικεί.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Ο αδελφός Enzo έγραψε τον Κανόνα του Bose στις αρχές του 1970, με τη βοήθεια της μικρής κοινότητας την εποχή εκείνη. Στο κείμενο περιλαμβάνεται μια αξιοσημείωτη σκέψη: «Αδελφέ, αδελφή, έχετε χτίσει την κοινότητα, και τη χτίζετε κάθε μέρα. Μην σας απασχολεί όμως η συνέχιση της αρχικής ιδέας στο πέρασμα του χρόνου».
Μιλώντας με τον αδελφό Enzo, τον ρώτησα για την τολμηρή αυτή δήλωση, ένα είδος καλέσματος στις μελλοντικές γενιές να ξεκάνουν πράγματα από αυτό που ο ίδιος έκανε στον καιρό του. Μου απάντησε ως εξής:
«Η επόμενη γενιά δεν πρέπει να ανησυχεί για το πώς θα συνεχίσει το χάρισμα των ιδρυτών. Δεν υπάρχει “χάρισμα των ιδρυτών”, υπάρχει η μοναστική ζωή. Θα ζήσουν μια μοναστική ζωή, αλλά όπως ο Κύριος και οι καιροί το απαιτούν σήμερα και αύριο. Όσον αφορά τους τύπους, δεν πρέπει να ακολουθήσουν εμένα, σίγουρα όχι. Το Πνεύμα έχει μια φρεσκάδα. Το Ευαγγέλιο, η αγαμία και η κοινότητα πρέπει να παραμείνουν. Όλα τα άλλα, μπορούν να αλλάξουν. Το Πνεύμα θα δώσει τη δυνατότητα να χαραχτούν νέα μονοπάτια». ♦
Πηγή
To άρθρο προέρχεται από το κείμενο του Roger Lipsey, «Signore: Parabola visits the Monastero di Bose in the foothills of the Italian Alps», που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Parabola (Winter 2015-16). Ευχαριστούμε τον Roger Lipsey και το περιοδικό Parabola για την άδειά τους να δημοσιευτεί στο ΑΒΑΤΟΝ. Reprinted by permission from Parabola magazine.
Translated and published by ABATON, Issue No. 148.